Ο κινηματογράφος ορίζεται ως ένα κοινωνικό και αισθητικό γεγονός. Είναι μια μορφή τέχνης. Η σχέση κοινωνίας και κινηματογράφου είναι αμφίδρομη. Οι ταινίες παρουσιάζουν πλευρές της κοινωνίας και η κοινωνία τις αποδέχεται ως φυσιολογικές και σύμφωνες με την κυρίαρχη ιδεολογία. Από την άλλη, οι ταινίες έχουν την δύναμη να επηρεάζουν αυτή την κυρίαρχη ιδεολογία. Η βιομηχανία του κινηματογράφου, ως μηχανισμός που δημιουργεί απόψεις, έχει με τον καιρό εδραιώσει έναν αριθμό στερεοτυπών τόσο ανθεκτικών και διαδεδομένων που έχουν κυριαρχήσει ως κεντρική κοινωνική αντίληψη για τα άτομα με αναπηρία.
Στις ταινίες παρουσιάζονται συνήθως απλοϊκές, αναγνωρίσιμες από θεατές εικόνες της αναπηρίας, που αναγκαστικά εστιάζονται στο είδος της βλάβης. Εικόνες που δημιουργούν την ψευδαίσθηση μιας πραγματικότητας η οποία αποτελεί μόνο ένα μέρος αυτής που βιώνουν τα άτομα με αναπηρία. Επιπλέον, τα στερεότυπα, απεικονίζοντας τη πραγματική κοινωνική θέση οποιασδήποτε ομάδας καθώς και τη θέση της σε σχέση με άλλες, μπορούν να δώσουν μια εικόνα των ατόμων με αναπηρία της θέσης των αναπήρων μέσα στην κοινωνία.
Έρευνες έχουν δείξει πως ο ήρωας με αναπηρία εμφανίζεται συνήθως ως αξιολύπητος, παθητικός, αντικείμενο βίας, επικίνδυνος, ατμοσφαιρικός, περίεργος, αντικείμενο γελοιοποίησης, εχθρός της ίδιας της αναπηρίας του, βάρος, σεξουαλικά μη φυσιολογικός, ανίκανος να συμμετέχει στην κοινωνική ζωή, ή και ως «κανονικός» άνθρωπος.
Για τον ορισμό της αναπηρίας, λόγω του σύνθετου χαρακτήρα της, λαμβάνονται υπόψη τόσο τα χαρακτηριστικά της αναπηρίας, όσο και τα ιστορικά, πολιτικά κ.α. ζητήματα καθώς και όσα έχουν σχέση με τις αξίες, τα κοινωνικά πρότυπα και τη λειτουργία της κάθε κοινωνίας. Το κάθε μοντέλο προσέγγισης της αναπηρίας είναι σε συνάρτηση με τις επιστημονικές εξελίξεις.
Το ιατρικό μοντέλο εστιάζει στο βαθμό και το είδος της αναπηρίας, στην ιατρική διάγνωση και με βάση αυτά ταξινομεί και κάνει προγνώσεις. Ενισχύοντας με αυτό τον τρόπο την ιδέα του ελλείμματος, η ιατρική αυθεντία περιορίζει τις δυνατότητες ανάπτυξης του ατόμου με αναπηρία. Η αναπηρία θεωρείται ιατρικό πρόβλημα που χρήζει θεραπείας. Το άτομο με αναπηρία δεν αντιμετωπίζεται ολιστικά, ως μέλος της κοινωνίας.
Από την άλλη, το κοινωνικό μοντέλο, που κάνει την εμφάνιση του από τη δεκαετία του '60, θεωρεί ότι η αναπηρία αποτελεί μια κοινωνική κατασκευή που επικαλύπτεται από τη βλάβη. Βλάβη (impairment) είναι η έλλειψη μέλους ή και μέρους κάποιου μέλους ή η ύπαρξη ελαττωματικού μέλους ή μηχανισμού του σώματος, ενώ αναπηρία (disability) είναι η μειωμένη δραστηριοποίηση που οφείλεται στην αδιαφορία τη σύγχρονης κοινωνίας για τα άτομα με βλάβες, απομονώνοντάς τα από τις καθημερινές δραστηριότητες.
Έρευνες έχουν δείξει πως ο κινηματογράφος ακολουθεί τις κοινωνικές εξελίξεις. Έτσι, βλέπουμε στον παλιό κινηματογράφο να υπερτερεί το ιατρικό μοντέλο. Η αναπηρία δεν είναι μια μόνιμη κατάσταση. Φαίνεται να είναι ένα δεινό που βρίσκει γιατρειά. Η κοινωνία σε καμία περίπτωση δεν χρειάζεται να ενεργήσει, αφού τα άτομα ξαναβρίσκουν την υγεία τους με τη βοήθεια του θεού ή της επιστήμης. Το ίδρυμα θεωρείται ως η ενδεδειγμένη λύση για τα άτομα με αναπηρία. Ο λόγος που χρησιμοποιείται σχετικά με την αναπηρία είναι βαρύς και δεν διακρίνεται κάποια περίπτωση αποδοχής της. Η βασική θέση των συντελεστών των ταινιών είναι πως όλα θα γίνουν óπως ήταν πριν και η αναπηρία θα εξαφανιστεί με την ίδια ευκολία με την οποία εμφανίστηκε. Η αναπηρία εξυπηρετεί στην κορύφωση του δράματος και την κάθαρση σε ένα ευτυχισμένο τέλος «κανονικοποιημένων» ανθρώπων χωρίς αναπηρία, αφήνοντας τους θεατές με την εντύπωση πως η αναπηρία δεν είναι μια μόνιμη κατάσταση. Με αυτόν το τρόπο όμως οι πραγματικοί ανάπηροι μένουν πάλι εκτός της κοινωνίας.
Στο νέο κινηματογράφο φαίνεται πως η αναπηρία είναι μια μόνιμη κατάσταση πλέον στις οικογένειες, οδηγώντας τες συχνά σε διάλυση. Το ιατρικό μοντέλο και πάλι εμφανίζεται μέσα από τη στάση των οικείων των ατόμων με αναπηρία και των ειδικών. Το ίδρυμα προτείνεται ως η ενδεδειγμένη λύση, όχι για τα ίδια τα άτομα, αλλά για να μπορέσουν οι γονείς να συνεχίσουν τη ζωή τους κανονικά.
Όσον αφορά, τέλος, τα στερεότυπα, ο Nelson (1994) αναφέρει επτά στερεότυπα για την αναπηρία που αναδύονται στο κινηματογράφο. Η πρώτη στερεοτυπική αναπαράσταση δείχνει τα άτομα ως έχοντα ανάγκη φροντίδας ή θεραπείας, ενώ η αναπηρία εκλαμβάνεται ως μια τραγωδία που απαιτεί τη συμπάθεια και τη φιλανθρωπία. Η δεύτερη δίνει έμφαση στο θάρρος και την αποφασιστικότητα του ατόμου να ξεπεράσει την αναπηρία του. Η τρίτη περιγράφει το άτομο ως κακό με εγκληματικές προθέσεις. Η τέταρτη περιγράφει τη ζωή του ως μη έχουσα αξία και επομένως παρουσιάζει την αναπηρία ως μια δυστυχία, που συνεπάγεται τη στέρηση της αυτονομίας. Η πέμπτη στερεοτυπική αναπαράσταση παρουσιάζει το άτομο ως απροσάρμοστο που εξαρτάται από τους μη έχοντες αναπηρία για να αποκτήσει γνώση για τον εαυτό του. Η έκτη παρουσιάζει το άτομο ως βάρος για το οικογενειακό περιβάλλον. Το τελευταίο στερεότυπο παρουσιάζει το άτομο ως ανίκανο να ζήσει μια επιτυχημένη ζωή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου