Η Παγκόσμια Ημέρα για την νόσο του Πάρκινσον θεσπίστηκε το 1997 με πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Ασθένεια Πάρκινσον (EPDA) και την υποστήριξη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Τον ίδιο χρόνο δόθηκε στη δημοσιότητα η «Χάρτα της EPDA», που σκοπό είχε να ενημερώσει τους πάσχοντες από την ασθένεια για τα δικαιώματά τους, αλλά και να ευαισθητοποιήσει το παγκόσμιο κοινό. Η 11η Απριλίου, που επελέγη ως Παγκόσμια Ημέρα για την Νόσο του Πάρκινσον είναι ημερομηνία γέννησης το 1775 του Τζέιμς Πάρκινσον, του Άγγλου γιατρού, που ανακάλυψε, το 1817, τη συμπτωματολογία της ασθένειας, που πλήττει το νευρικό σύστημα του ανθρώπου και σήμερα είναι γνωστή με το όνομά του.
Η νόσος του Πάρκινσον, γνωστή και ως ιδιοπαθής ή πρωτοπαθής παρκινσονισμός ή τρομώδης παράλυση, είναι μια εκφυλιστική διαταραχή του κεντρικού νευρικού συστήματος. Τα κινητικά συμπτώματα της νόσου Πάρκινσον είναι απόρροια του θανάτου των ντοπαμινεργικών κυττάρων της μέλαινας ουσίας, το στρώμα φαιάς ουσίας που διαχωρίζει την καλύπτρα του μεσεγκεφάλου από το εγκεφαλικό στέλεχος, με την αιτία αυτού του κυτταρικού θανάτου να μην έχει κατανοηθεί από την επιστήμη. Στα πρώτα στάδια της νόσου, τα πιο προφανή συμπτώματα είναι κινητικά και περιλαμβάνουν τρόμο, ακαμψία, βραδυκινησία και δυσχέρεια στην βάδιση. Αργότερα, μπορεί να εμφανιστούν ψυχιατρικές εκδηλώσεις, με την άνοια να εμφανίζεται στα απότερα στάδια της νόσου, ενώ η κατάθλιψη είναι το συχνότερο σύμπτωμα. Η νόσος περιλαμβάνει επίσης αισθητικές διαταραχές καθώς και διαταραχές ύπνου. Η νόσος Πάρκινσον είναι συχνότερη στη τρίτη ηλικία και συχνότερα στις ηλικίες άνω των 50 ετών. Υπολογίζεται ότι περίπου 1% του γενικού πληθυσμού άνω των 65 ετών πάσχει από την νόσο.
Η νόσος Πάρκινσον ορίζεται συχνά ως παρκινσονικό σύνδρομο με ιδιοπαθή (άγνωστη) αιτιολογία, αν και μερικές άτυπες περιπτώσεις έχουν γενετικό υπόβαθρο. Πολλοί παράγοντες κινδύνου καθώς και προστατευτικοί παράγοντες έχουν διερευνηθεί: οι ισχυρότερες ενδείξεις αφορούν στην έκθεση σε συγκεκριμένα φυτοφάρμακα, ενώ υπάρχουν ενδείξεις για τον προστατευτικό ρόλο του καπνίσματος στην εκδήλωση της νόσου.
Η διάγνωση των τυπικών περιπτώσεων γίνεται κλινικά με βάση τα συμπτώματα, ενώ εξετάσεις όπως η νευροαπεικόνιση γίνονται για επιβεβαίωση.
Οι μοντέρνες θεραπείες είναι αποτελεσματικές στον περιορισμό των πρώιμων κινητικών συμπτωμάτων της νόσου, κυρίως με την χρήση της λεβαντόπας και των περιφερικών νταπαμινικών αγωνιστών. Καθώς η νόσος εξελίσεται και οι ντοπαμινεργικοί νευρώνες συνεχίζουν να αποπίπτουν, τα φάρμακα αυτά σταδιακά αποτυγχάνουν και συγχρόνως προκαλούν την χαρακτηριστική ανεπιθύμητη ενέργεια της δυσκινησίας (φαινόμενο on-off). Συγκεκριμένη δίαιτα και ορισμένες μορφές φυσικοθεραπείας έχουν δείξει ότι μπορούν να βελτιώσουν τα συμπτώματα της νόσου. Χειρουργικές επεμβάσεις, καθώς και ο εν τω βάθει εγκεφαλικός ερεθισμός έχουν χρησιμοποιηθεί για την μείωση των συμπτωμάτων σε σοβαρές περιπτώσεις που τα φάρμακα αποτυγχάνουν. Οι νεότερες έρευνες περιλαμβάνουν την χρήση νέων ζωικών μοντέλων της νόσου, την γονιδιακή θεραπεία καθώς και μεταμοσχεύσεις βλαστοκυττάρων και νευροπροστατευτικών παραγόντων. Υπάρχουν επίσης φαρμακευτικές θεραπείες για τα μη-κινητικά συμπτώματα τη νόσου, όπως οι διαταραχές του ύπνου και άλλα ψυχιατρικά συμπτώματα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου