Όλοι διαφορετικοί, όλοι ίσοι

Όλοι διαφορετικοί, όλοι ίσοι
ΟΛΟΙ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΙ, ΟΛΟΙ ΙΣΟΙ

Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2021

Γυναίκες με νοητική υστέρηση και βία


        Η έννοια της νοητικής υστέρησης έχει εξελιχθεί με το πέρασμα των χρόνων. Τα προηγούμενα μοντέλα επικεντρώνονταν στους λειτουργικούς περιορισμούς (δείκτης νοημοσύνης περίπου ίσος ή μικρότερος του 70, έναρξη των δυσκολιών πριν από την ηλικία των 18 και έκπτωση της λειτουργικότητας του ατόμου σε τουλάχιστον δύο από τους παρακάτω τομείς: επικοινωνία, αυτοεξυπηρέτηση, διαβίωση στο σπίτι, κοινωνικές δεξιότητες, χρήση των πηγών της κοινότητας, αυτονομία, λειτουργικές σχολικές δεξιότητες, εργασία, ελεύθερος χρόνος, υγεία και ασφάλεια) και θεωρούσαν ότι το περιβάλλον δεν διαδραματίζει κάποιο ρόλο. Ωστόσο, από το 1992 προτείνεται από τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία και την Αμερικανική Ένωση για τη Νοητική Υστέρηση ένα νέο μοντέλο, το οποίο αποδίδει ένα μεγάλο μέρος της αναπηρίας στην κοινωνία που επιβάλει φραγμούς. Το μοντέλο υποστηρίζει πως αν υπήρχαν πόροι και υποστήριξη, το άτομο με νοητική υστέρηση θα μπορούσε να λειτουργήσει πλήρως και με αυτονομία.
        Βία κατά των γυναικών σημαίνει παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, διάκριση εις βάρος των γυναικών που ενδέχεται να συνεπάγεται βλάβη σωματική, ψυχολογική ή οικονομική, συμπεριλαμβανομένων τω απειλών, του εξαναγκασμού ή της αυθαίρετης στέρησης της ελευθερίας στη δημόσια ή ιδιωτική ζωή. Με τον όρο γυναίκα δεν εννοούμε μόνο τις ενήλικες αλλά και τα κορίτσια κάτω των 18 ετών. Τέλος, η γυναίκα ως φύλο, αφορά αποκλειστικά τους κοινωνικά κατασκευασμένους ρόλους που η κοινωνία θεωρεί κατάλληλες για τις γυναίκες.
        Μόλις τα τελευταία χρόνια αρχίζει η κοινωνία να αναγνωρίζει την ευαλωτότητα των γυναικών με νοητική υστέρηση απέναντι στην βία. Η βιβλιογραφία έχει τονίσει την ανησυχητική συχνότητα της κακοποίησης. Η έμφυλη βία παραμένει εκτεταμένη στις χώρες της Ευρωπαικής Ένωσης. Το 34% των γυναικών με αναπηρίες ανέφεραν ότι έχουν βιώσει κάποια μορφή σωματικής ή σεξουαλικής βίας από την ηλικία των 15 ετών. Οι γυναίκες με νοητική υστέρηση είναι επιπλέον ευάλωτες λόγω 1. παλιών κοινωνικών αντιλήψεων αναφορικά με την ίδια τη νοητική υστέρηση (η κοινωνία γενικά παραμένει προσκολλημένη σε προηγούμενα μοντέλα για την αναπηρία και αντιμετωπίζει τη γυναίκα με αναπηρία ως παιδί που αδυνατεί να κατανοήσει και να αποφασίσει για τον εαυτό της), 2. δυσκολιών στην επεξεργασία της θλίψης (λόγω του τρόπου που η κοινωνία αντιμετωπίζει τη νοητική υστέρηση, σε συνθήκες βίας η οικογένεια αναγκάζεται να απομονωθεί και το τραύμα μπορεί να επηρεάσει ψυχολογικά τη γυναίκα για το υπόλοιπο της ζωής της) και 3. έλλειψη πόρων για την φροντίδα των θυμάτων βίας (στην Ελλάδα δεν υπάρχουν καθόλου κρατικοί φορείς για την περίθαλψη των γυναικών-θυμάτων με νοητική υστέρηση, καθώς και κατάρτιση των επαγγελματιών άμεσης φροντίδας σε θέματα κακοποίησης των ατόμων με αναπηρίες).
        H ενδοοικογενειακή βία είναι μια από τις πιο διαδεδομένες μορφές βίας κατά των γυναικών. Οι ρίζες της σχετίζονται με την ανισότητα μεταξύ των φύλων και της ανδρικής κυριαρχίας στις γυναίκες (πατριαρχία). Σε όλη την πορεία της ιστορίας, οι γυναίκες κακοποιούνται από άνδρες εξαιτίας των μύθων που ακόμη επιβιώνουν, όπως ο μύθος της '"ιδανικής οικογένειας". Σε πολλές περιπτώσεις, οι διάφορες μορφές κακοποίησης αλληλεπικαλύπτονται και συχνά ένα θύμα βιώνει ταυτοχρόνως παραπάνω από μια μορφή βίας. Η κακοποίηση μπορεί να επηρεάσει τη σωματική και ψυχική υγεία των θυμάτων και λόγω της συχνότητας εμφάνισης, η ενδοοικογενειακή βία θεωρείται πρόβλημα δημόσιας υγείας
        Σημαντική είναι η έγκαιρη ανίχνευση της κακοποίησης σε γυναίκες με νοητική αναπηρία. Είναι, ωστόσο, υψίστης σημασίας η σωστή συλλογή των πληροφοριών της κακοποίησης, με μια στάση ενεργούς ακρόασης, αλλά και με επαρκή απόσταση ώστε να μην αλλοιώνεται η μαρτυρία. Η συνεργασία με ειδικούς είναι απαραίτητη. Οι αστυνομικοί και οι δικαστικοί λειτουργοί είναι οι βασικοί φορείς αλλά συχνά, δεν διαθέτουν την κατάλληλη εκπαίδευση και εμπειρία με άτομα με νοητική υστέρηση. Παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί από την πλευρά της αστυνομίας, εξακολουθούν να υπάρχουν κάποιοι παράγοντες που δυσχεραίνουν την διαδικασία όπως ακούσιο εκφοβισμό που μπορεί να ασκούν οι αστυνομικοί ή / και οι στολές τους. Είναι σημαντικό να παρέχεται φροντίδα χωρίς να αμφισβητείται η αλήθεια της μαρτυρίας. Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία ορίζει επίσης "Τα Κράτη Μέρη διασφαλίζουν στα άτομα με αναπηρία την αποτελεσματική πρόσβαση στη δικαιοσύνη, σε ίση βάση με τους άλλους, συμπεριλαμβανομένης και της πρόβλεψης της κατάλληλης διαδικαστικής και ηλικιακής προσαρμογής, για να διευκολύνουν τον αποτελεσματικό ρόλο τους ως άμεσων και έμμεσων συμμετεχόντων, συμπεριλαμβανομένων και ως μαρτύρων, σε όλες τις νομικές διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένων και των ανακριτικών και άλλων προκαταρκτικών σταδίων". Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω είναι απαραίτητο οι γυναίκες με νοητική υστέρηση να συνοδεύονται στις υπηρεσίες από εξειδικευμένους επαγγελματίες που θα προσφέρουν την απαραίτητη υποστήριξη.
        Όταν γίνεται αυθόρμητη αποκάλυψη για κακοποίηση από τη γυναίκα με νοητική αναπηρία, μπορεί να διεξαχθεί μια συνέντευξη αξιολόγησης. Εάν το άτομο στο οποίο έγινε η αποκάλυψη, δεν είναι εξοικειωμένο ή αισθάνεται σοκαρισμένο από το περιεχόμενο της αποκάλυψης, είναι καλύτερα να μην βιαστεί να πραγματοποιήσει τη συνέντευξη και να συμβουλευτεί έναν ειδικό. Και αυτό διότι υπάρχει ο κίνδυνος να κληθεί το άτομο να επαναλάβει πολλές φορές πώς συνέβησαν τα γεγονότα και ειδικά για τα άτομα με νοητική υστέρηση μπορεί να οδηγήσει σε παρέμβαση στις αναμνήσεις των γεγονότων και σε παρερμηνεία αυτών.
        Διαφορετικά είδη κακοποίησης οδηγούν σε διαφορετικό χειρισμό: Κακοποίηση εκτός της οικογένειας, όπου ο δράστης είναι ένας άγνωστος, θα ενεργήσει ασκώντας δύναμη. Ο βαθμός της οδύνης του θύματος θα εξαρτηθεί από το ευρύτερο πλαίσιο και τον βαθμό της επιθετικότητας. Από την άλλη, ένας δράστης που είναι γνωστός στην οικογένεια, θα κερδίσει την εμπιστοσύνη και θα ενεργήσει χειραγωγώντας το θύμα. Στον αντίποδα, όταν υπάρχει κακοποίηση εντός της οικογένειας (ο δράστης είναι συγγενής), δεν είναι μόνο ότι το θύμα κακοποιείται από κάποιον από τον οποίο εξαρτάται, αλλά είναι και δύσκολο να το εκλάβει και ως μορφή βίας. 
            Ένα άλλο σημείο που οφείλουμε να λάβουμε υπόψη μας είναι πριν από την καταγγελία, να αξιολογείται εάν η γυναίκα με νοητική υστέρηση μπορεί να αποφασίσει εάν επιθυμεί να υποβάλει καταγγελία ή όχι. Θα πρέπει επομένως να ληφθεί υπόψη αν: • είναι ενήλικας, • γνωρίζει τις συνέπειες της καταγγελίας (θετικές και αρνητικές), • δεν εξαναγκάζεται να το πράξει και • γνωρίζει τι σημαίνει να το καταγγείλει. Αν η γυναίκα αδυνατεί να αποφασίσει, πρέπει να της παρασχεθεί όλη η απαραίτητη υποστήριξη ώστε να μπορεί να αποφασίσει. Σε περιπτώσεις όπου έχουν εξαντληθεί όλα τα μέσα υποστήριξης και παρόλα αυτά αδυνατεί να αποφασίσει, τότε θα αποφασίσουν τα μέλη της οικογένειάς και οι επαγγελματίες, σύμφωνα πάντα με την αρχή του συμφέροντος του θύματος. Εάν ο θύτης είναι ο φροντιστής του θύματος και μένει μαζί του, πριν από την υποβολή της καταγγελίας, πρέπει να ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέσα προστασίας
        Στην περίπτωση κακοποίησης εντός ιδρύματος, όταν ο δράστης δεν έχει καμία σχέση με τον ίδρυμα, τότε η κοινοποίηση της κακοποίησης υπόκειται στην επιθυμία του θύματος ή / και των νόμιμων κηδεμόνων του. Όταν, από την άλλη, ο δράστης είναι μέλος του προσωπικού του ιδρύματος η κοινοποίηση των πληροφοριών θα πρέπει να ισορροπεί ανάμεσα στο δικαίωμα του θύματος στην ιδιωτική ζωή και στο δικαίωμα του δράστη στο τεκμήριο της αθωότητας. Σε κάθε περίπτωση, ο δράστης της κακοποίησης δεν θα πρέπει να έχει πρόσβαση στο θύμα.
    Τέλος, όσον αφορά το κανονιστικό πλαίσιο, σε διεθνές επίπεδο έχουν θεσπιστεί 1. η Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας (Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης), 2. η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, γνωστή ως Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα ή ως Σύμβαση της Ρώμης και 3. η Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Καταπολέμηση της Εμπορίας Ανθρώπων.
        Στην Ελλάδα, το Σύνταγμα στο άρθρο 4 παρ. 2 αναγνωρίζει ότι "οι Έλληνες άνδρες και γυναίκες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις". Στο άρθρο 116 παρ. 2, αναφέρεται επίσης ότι "δεν αποτελεί διάκριση λόγω φύλου η λήψη θετικών μέτρων για την προώθηση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών". Το 2018 με το νόμο 4351/2018 (ΦEK 62 / A '/ 5-4-2018) επικυρώθηκε η Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας (Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης). Αρμόδιοι φορείς στην Ελλάδα είναι ο Συνήγορος του Πολίτη και η Γενική Γραμματεία Δημογραφικής και Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων.


  

   







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου