Όλοι διαφορετικοί, όλοι ίσοι

Όλοι διαφορετικοί, όλοι ίσοι
ΟΛΟΙ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΙ, ΟΛΟΙ ΙΣΟΙ

Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2021

Πένθος λόγω νοσηλείας ή απώλειας από COVID. Μέρος Γ


Από την στιγμή που θα διαγνωστεί ένα άτομο με κορωνοιό, η πορεία της ασθένειας μπορεί να ποικίλει από την πλήρη ίαση μέχρι τον θάνατο. Οι συναισθηματικές αντιδράσεις του ασθενούς με κορωνοιού και του οικείου περιβάλλοντός του ακολουθούν τις συναισθηματικές αντιδράσεις κάθε ασθενούς που έρχεται αντιμέτωπος με μια χρόνια ή απειλητική για την ζωή του ασθένεια. Συναισθήματα όπως αυξημένο άγχος, οργή, ενοχή, θλίψη, έντονες σκέψεις αναφορικά με τον θάνατο, αγωνία είναι μερικά μόνο από όσα ορίζουν τη νέα πραγματικότητα για αυτά τα άτομα.

Στήριξη στο παιδί που θρηνεί.

    Στα έμβια όντα παρατηρείται το εξής παράδοξο, δεν παραβρίσκονται στις δύο σημαντικότερες στιγμές της ύπαρξής τους: στη γέννηση και στο θάνατό τους. Παρατηρούμε όμως ότι ο άνθρωπος, ενώ εξυμνεί τη γέννηση και τη ζωή, όταν πρόκειται για τον θάνατο, του “γυρίζει την πλάτη” προσπαθώντας να τον ξορκίσει μέσω της άρνησής του σε αυτόν. Η τάση αυτή έχει ως αποτέλεσμα την προκατάληψη και την δημιουργία στερεοτύπων στην συμπεριφορά των ενηλίκων, τα οποία συνήθως εκφράζονται σε όλη τους την ισχύ, όταν γίνουν γονείς και απευθυνθούν στα παιδιά τους σχετικά, όταν χρειασθεί.

    Σε περίπτωση ασθένειας COVID, το παιδί θα πρέπει εξαρχής να ενημερώνεται συνεχώς και ανάλογα με την ηλικία του για την εμφάνιση και την πορεία της νόσου χωρίς λεπτομέρειες και υπερβολές και μόνο από τους ίδιους του τους γονείς, ώστε να ελέγχεται η πληροφόρηση που λαμβάνει προς αποφυγή παρανοήσεων. Η ανακοίνωση της δυσάρεστης εξέλιξης θα πρέπει να γίνει στο παιδί ή στα παιδιά από τους ίδιους τους γονείς σε συνάντηση όπου θα συμμετέχει μόνο η οικογένεια. Η καλύτερη συνθήκη είναι να το ανακοινώσει ο ίδιος ο ασθενής, εάν πρόκειται για κάποιον από τους γονείς. Όσο βαρύ και εάν είναι το κλίμα, καλό θα ήταν να αποφευχθούν οι μελοδραματισμοί και οι υπερβολικές αντιδράσεις από τους γονείς. Ανάλογα πάντα με την ηλικία του παιδιού χρησιμοποιούμε κατάλληλο λεξιλόγιο και τρόπο έκφρασης, ενώ σε περίπτωση που υπάρχει μεγάλη διαφορά ηλικίας μεταξύ των παιδιών μπορεί να χρειασθεί και μια πιο λεπτομερής συζήτηση με τα μεγαλύτερα από αυτά. Πιο συγκεκριμένα:

    Νηπιακή ηλικία. Θεωρείται απαραίτητο να μιλήσουμε και να εξηγήσουμε στο παιδί τι ακριβώς έχει συμβεί με ήρεμη και σταθερή φωνή, τη στιγμή δηλαδή που θα νιώσουμε ότι μπορούμε να το κάνουμε αυτό, χωρίς να ξεσπάσουμε σε κλάματα και οδυρμούς. Είναι προτιμότερο να περιμένουμε κάποιες μέρες για να το κάνουμε αυτό παρά εν θερμώ, για να αποφευχθεί η πιθανότητα ενίσχυσης του προκληθέντος τραύματος. Προτιμότερο όλων είναι την ενημέρωση για ότι έχει συμβεί να την δώσει ο άλλος γονέας ή ο πλησιέστερος στο παιδί άνθρωπος. Το παιδί είναι προτιμότερο να μην παραβρεθεί στην κηδεία, αλλά να επισκεφτεί τον τάφο του συνοδεία του εν ζωή γονέα μετά από ένα εύλογο χρονικό διάστημα, το οποίο θα επιτρέψει το ήρεμο κλίμα της επισκέψεως. Ένα παιδί πρέπει να προσεγγίσει τα τρία του χρόνια για να αρχίσει να εκφράζει τις σκέψεις και τις απορίες του αναφορικά με τον θάνατο. Τα παραμύθια συμβάλλουν αποφασιστικά στην εξοικείωση των παιδιών με την λέξη “θάνατος”, αφού κατά την διήγηση πολύ συχνά “πεθαίνει” η κακιά μάγισσα κ.τ.λ. Η κατανόηση, όμως, του νοήματος της λέξης παραμένει εγκλωβισμένη στην φαντασιακή διεργασία της ανώριμης σκέψης που χαρακτηρίζει τη νηπιακή ηλικία, εξ ου και η απουσία αγχωτικών και φοβικών συναισθημάτων γύρω από την αναφορά της. Η συνθήκη αυτή όμως ενέχει και μια δυσκολία την οποία πρέπει οι γονείς να λάβουν υπόψη τους: οφείλουμε να προσέχουμε πολύ τις εκφράσεις που χρησιμοποιούμε, διότι τα παιδιά εκλαμβάνουν τα λόγια μας κυριολεκτικά. Εάν δηλαδή πούμε σε ένα παιδάκι ότι π.χ. ο παππούς του “έφυγε”, αυτό θα περιμένει την επιστροφή του. Αντιστοίχως, αν επιλέξουμε την έκφραση “κοιμήθηκε” λογικά θα αναμένει το πότε θα ξυπνήσει ή αν “χάθηκε”, θα ευελπιστεί μονίμως στην ανεύρεσή του. Θεωρείται συνεπώς καλά να αποφεύγονται οι διφορούμενες εκφράσεις, διότι δύναται να παρερμηνευθούν, να συγχύσουν και να αγχώσουν τα παιδιά. Στην ηλικία των 5-6 ετών επιτρέπεται η συμμετοχή του παιδιού στην διαδικασία της ταφής υπό την προϋπόθεση της συμφωνίας και από την πλευρά των ενηλίκων ότι θα προσπαθήσουν να διασφαλίσουν την αποφυγή ακραίων εκδηλώσεων, διότι τα παιδιά ταράζονται πολύ όταν βλέπουν τους δικούς τους να συμπεριφέρονται με έναν πρωτόγνωρο και μάλιστα ιδιαιτέρως τρομακτικό για αυτά τρόπο.

    Παιδιά 6-10 ετών. Τα παιδιά αυτής της ηλικίας αντιλαμβάνονται τελείως διαφορετικά τον θάνατο που σε αυτήν την ηλικιακή φάση λαμβάνει μια επικίνδυνη, τρομακτική μορφή, η οποία γεμίζει φόβο και άγχος το παιδί, ακριβώς επειδή εκλαμβάνεται ως απειλή για την ύπαρξη τόσο τη δική του όσο και των αγαπημένων του προσώπων. Ωστόσο, δεν μπορούν να κατανοήσουν ούτε την όλη διαδικασία και πορεία που οδηγεί σε αυτόν και ούτε το πόσο ανεξέλεγκτη από τον άνθρωπο είναι η πορεία αυτή. Για το λόγο αυτό τις περισσότερες φορές, οι απορίες τους και η ανάγκη τους να εξαντλήσουν όλες τις σχετικές με το γεγονός πληροφορίες αποτελούν μια παγιωμένη συνθήκη, κουραστική και δυσάρεστη για τους ενήλικες που πρέπει με υπομονή και ηρεμία να απαντούν. Τα παιδιά αυτής της ηλικίας πολλές φορές νιώθουν ενοχές για τον θάνατο του αγαπημένου τους προσώπου και για αυτό είναι απαραίτητη μια διεξοδική συζήτηση με απλά, κατανοητά και σαφή λόγια για να του εξηγήσουμε και να το απενοχοποιήσουμε. Δεν πρέπει να παραβλέπουμε εξάλλου το γεγονός ότι ο θάνατος ενός προσφιλούς ατόμου αποτελεί παράγοντα αποσταθεροποίησης και ανασφάλειας για το παιδί, αφενός διότι χάθηκες ένας άνθρωπος που του εξασφάλιζε την σταθερότητα και αφετέρου διότι οι υπόλοιποι σταθεροί παράγοντες της ζωής του δεν κατόρθωσαν να το προστατέψουν από αυτή την οδύνη της απώλειας. Η παρουσία του παιδιού στην κηδεία σε αυτή την ηλικία εξαρτάται και από το ίδιο σε σημαντικό βαθμό, διότι οφείλουμε να ρωτήσουμε το παιδί αν θέλει να παραβρεθεί, αφού του εξηγήσουμε επακριβώς το τι πρόκειται να συμβεί. Η συμμετοχή και άλλων παιδιών ειδικά μεγαλύτερων και προσφιλών του είναι ένα θετικό επιχείρημα για να προτείνουμε στα παιδιά την παρουσία του.

    Παιδιά 9-13 ετών. Για τα παιδιά στην προεφηβεία, δεν τίθεται θέμα παρανόησης ή ελλιπούς κατανόησης του ζητήματος του θανάτου. Σε αυτήν την ηλικία γνωρίζουν επακριβώς τι σημαίνει θάνατος, αναγνωρίζουν το τετελεσμένο της φύσης του, τον οικουμενικό του χαρακτήρα, καθώς και το γεγονός ότι αφορά ανεξαιρέτως όλα τα έμβια όντα σε αυτόν τον πλανήτη. Ο λόγος των ενηλίκων σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να είναι παρηγορητικός και έτοιμος να καταπραΰνει τόσο τον πόνο όσο και τον θυμό του παιδιού. Η επιθετικότητα θεωρείται ως μια αναμενόμενη μορφής έκφρασης. Το παιδί πολύ πιθανόν, επίσης, θα βασανισθεί από σκέψεις αναφορικά με την ματαιότητα της ύπαρξης και αδυναμία της ανθρώπινης φύσης μπροστά στην αναπόφευκτη παράμετρο της ζωής των ανθρώπων. Δεν θα πρέπει να απογοητευτούμε αλλά ούτε και να αρνηθούμε την απαίτηση του παιδιού να παραβρεθεί στην κηδεία συνοδεία ενός φίλου του, διότι σε αυτή την ηλικιακή φάση ο κύκλος των ομηλίκων διασφαλίζει πολύ περισσότερο την ισορροπία του παιδιού και το βοηθάει παράλληλα να διαχειριστεί το συναίσθημά του.

Πως μπορούν να βοηθήσουν οι επαγγελματίες υγείας; Στήριξη του προσωπικού υγείας

        Μεταξύ του θανάτου και της ζωής, μεσολαβούν οι επαγγελματίες υγείας, η φροντίδα των οποίων βελτιώνει την ποιότητα ζωής των ασθενών και των οικογενειών τους. Η ψυχολογική φροντίδα που παρέχεται είναι σημαντικό να ανταποκρίνεται στις βασικές ανάγκες για ασφάλεια και αυτοέλεγχο, μέσα από τις οποίες ο ασθενής μπορεί να διατηρήσει μια θετική εικόνα για τον εαυτό του.

        Τα μέλη του προσωπικού υγείας παρέχουν ουσιαστική στήριξη όταν αναγνωρίζουν τη διεργασία πένθους και ενθαρρύνουν την έκφραση των συναισθημάτων και σκέψεων. Σε πολλές περιπτώσεις, ωστόσο, οι επαγγελματίες υγείας δεν έχουν εκπαιδευτεί στη φροντίδα του ετοιμοθάνατου ασθενούς. Για παράδειγμα, είναι λάθος η τακτική να μεταφέρεται ο ετοιμοθάνατος ασθενής σε ένα απομονωμένο δωμάτιο και να απομακρύνονται οι συγγενείς.

    Παρακάτω αναφέρονται μερικές ικανότητες επαγγελματικής επάρκειας που είναι απαραίτητες για τους επαγγελματίες υγείας ώστε να παρέχουν φροντίδα υψηλής ποιότητας στον ασθενή:

·         Παροχή ανακουφιστικής φροντίδας στον ασθενή που πεθαίνει

·    Αποτελεσματική επικοινωνία με τον ασθενή και εκδήλωση συμπάθειας απέναντι στον ίδιο και στην οικογένεια του

·    Αναγνώριση των προσωπικών αντιλήψεων και αξιών σε σχέση με τον θάνατο

·  Εκδήλωση σεβασμού απέναντι στις απόψεις και τις επιθυμίες του ασθενούς κατά τη διάρκεια της φροντίδας στα τελευταία στάδια της ζωής

·   Βοήθεια προς τον ασθενή, την οικογένεια, τους συναδέλφους, αλλά και προς τον ίδιο του τον εαυτό για την αντιμετώπιση του πόνου και της θλίψης.

        Κατά τη διάρκεια της πορείας της ασθένειας, η σχέση επαγγελματία υγείας - ασθενούς έχει πολλές παραμέτρους. Υπάρχει η άποψη ότι η εμφάνιση ψυχοσωματικών συμπτωμάτων μετά από ένα συμβάν θανάτου στο νοσοκομείο, μπορεί να θεωρηθεί ως μετατραυματικό στρες. Στην προσπάθεια του να ελέγξει το άγχος που δημιουργεί ο θάνατος, κάθε µέλος του προσωπικού υγείας ενεργοποιεί συνειδητά ή ασυνείδητα ορισμένους φυσιολογικούς μηχανισμούς άμυνας. Οι μηχανισμοί αυτοί περιλαμβάνουν:

·         Μηχανισμός της άρνησης. Πρόκειται για την αδυναµία του ατόµου να αναγνωρίσει την πραγµατικότητα µιας τραυµατικής κατάστασης. Μέσα από την άρνηση, µειώνει το άγχος και αποφεύγει την κατάθλιψη.

·         Μηχανισµός της εκλογίκευσης. Το προσωπικό υγείας αναλύει «λογικά» την παρούσα κατάσταση, απωθώντας  τα οδυνηρά συναισθήµατα.

·         Μηχανισµός της προβολής. Αφορά την αποδοχή προσωπικών δυσάερστων συναισθηµάτων ή σκέψεων σε άλλα άτοµα, αντικείµενα ή καταστάσεις.

·         Μηχανισµός της µετάθεσης. Ο εργαζόµενος µεταβιβάζει τα συναισθήµατά του σε κάποιο άλλο γεγονός ή κατάσταση.

·         Μια άλλη αντίδραση που χρησιµοποιείται ως µέθοδος εκτόνωσης είναι το χιούµορ.

·         Επίσης υπάρχει και το «παιχνίδι των πιθανοτήτων». Τα µέλη του προσωπικού υγείας βάζουν στοιχήµατα όσον αφορά τη διάγνωση, τη θεραπεία, τη πρόγνωση και τη πιθανότητα επιβίωσης του ασθενή. Αυτές οι συμπεριφορές συχνά υποκρύπτουν το βαθύτερο άγχος τους µπροστά στην αβεβαιότητα που προκαλεί η κατάσταση της υγείας του ασθενή.

·         Τέλος, µια ακόµα αµυντική συµπεριφορά αφορά τη διαρκή υπερδραστηριότητα ή την ακατάπαυστη οµιλία του προσωπικού υγείας που δεν επιτρέπουν στον ασθενή να αναπτύξει τις προσωπικές του σκέψεις και συναισθήµατα. Στόχος είναι να προστατευτούν οι ίδιοι από την άµεση επαφή µε τα δικά τους συναισθήµατα.

·         Η κοινωνική υποστήριξη είναι ένας άλλος τρόπος αντιµετώπισης του άγχους από τους επαγγελματίες υγείας. Το άτοµο μπορεί να εκφράζεται σ’ ένα σύνολο του οποίου έχει την υποστήριξη και αναγνωρίζεται η αξία του.

        Άξιο να αναφέρουμε επίσης είναι πως οι γιατροί και νοσηλευτές πρέπει να γνωρίζουν ότι η παρουσία τους κατά τη διάρκεια του θανάτου του ασθενούς και στο πένθος της οικογένειας είναι δυνατόν να αναζωπυρώσει τα συναισθήματα θρήνου για κάποια προσωπική τους αξεπέραστη απώλεια. Στις περιπτώσεις αυτές, ενδέχεται να νιώσουν την ανάγκη να εκφράσουν τη δική τους αντίδραση απέναντι στις δικές τους απώλειες.

        Επίσης, το προσωπικό που φροντίζει ασθενείς covid χρειάζεται την υποστήριξη των συναδέλφων τους και άλλων επαγγελματιών φροντίδας υγείας προκειμένου να αντιμετωπίσει όλα αυτά τα αισθήματα.   

        Ωστόσο, αν οι επαγγελματίες υγείας κρίνουν ότι χρειάζονται βοήθεια για την αντιμετώπιση του πένθους ή για τη διαχείριση μιας απώλειας, καλό είναι να συμβουλευτούν έναν ψυχολόγο ή άλλο εξειδικευμένο επαγγελματία ψυχικής υγείας.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου